Ο ΓΑΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Νο3
Προικοσύμφωνο
Απαραίτητο συστατικό του γάμου- σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής- ήταν το προικοσύμφωνο, ένα είδος συμβολαίου το οποίο καθόριζε τα περιουσιακά στοιχεία με τα οποία θα προιτζήζουνταν οι μελλόνυμφοι από τους γονείς τους.
Το προικοσύμφωνο ήταν ένα είδος απαραβίαστου εθιμοτυπικού νόμου, που είχε νομική ισχύ σε περίπτωση που θα προέκυπτε διαφωνία. Σε γενικές γραμμές ήταν αποδεκτό από όλους και εθεωρείτο περίπου αδιανόητο να παραβιαστεί.
Για την εγκυρότητα του έπρεπε απαραιτήτως κατά την σύναψη του να είναι παρών - εκτός από τους συμπεθέρους - ο ιερέας της κοινότητας, ο κοινοτάρχης και κάποιος γραμματιζούμενος, συνήθως ο δάσκαλος.
Κατά την διάρκεια της σύναψης του γίνονταν σκληρά παζάρια μεταξύ των συμπεθέρων, και όταν τελικά επέρχετο συμφωνία, έμπαιναν οι υπογραφές και σφραγιζόταν από τις επίσημες αρχές της κοινότητας. Το προικοσύμφωνο φυλασσόταν στα εκκλησιαστικά κιτάπια της κοινότητας ενώ ο ιερέας διαδραμάτιζε ρόλο διακανονιστή σε περίπτωση διαφωνίας ή παρερμηνείας.
Σ' αυτό καθοριζόταν με κάθε λεπτομέρεια και ακρίβεια τι θα έδινε η κάθε πλευρά στους μελλόνυμφους. Χωράφια, ζώα, δέντρα, τα προιτζιά της νύμφης, σεντόνια, ρούχα και οικιακά σκεύη.
Σε εφημερίδες της δεκαετίας του 1910 αλλά και αργότερα, συναντούμε περιπτώσεις όπου διαφωνίες σε ότι αφορά την ερμηνεία του προικοσύμφωνου, παρουσιάστηκαν ενώπιον των δικαστηρίων.
Αρραβώνας
Σε όλη την διάρκεια του αρραβώνα που μπορούσε να κρατήσει έως και τρία με τέσσερα χρόνια- μέχρις ότου ετοιμαστούν τα προικιά και το σπίτι- οι χαρτωμένοι (αρραβωνιασμένοι) κατά κανόνα, δεν έμεναν μαζί, αλλά στα πατρικά τους σπίτια. Μπορούσαν όμως να συμμετέχουν σε οικογενειακές συγκεντρώσεις ή κοινών συμφερόντων εργασίες στα χωράφια ή σε γιορτές, αλλά πάντα υπό την επιτήρηση των γονιών κυρίως της πεθεράς- της μάνας δηλ. της νύμφης.
Αν κάποτε στα κρυφά ξεμοναχιάζονταν, μπορούσαν να αντάλλασσαν μερικά χάδια η ακόμη και κανένα φιλί στα πεταχτά. Οι προγαμιαίες σχέσεις απαγορεύονταν αυστηρά.
Οι προετοιμασίες
Αφού ολοκληρώνονταν οι προετοιμασίες (προικιά, σπίτι, έπιπλα) γινόταν κοινή συναινέσει η αναγγελία του γάμου με το κάλεσμα των συγχωριανών από σπίτι σε σπίτι. Γυρνούσαν - οι γονείς συνήθως- από γειτονιά σε γειτονιά και μοίραζαν από ένα κερί στον καθ ένα, ραντίζοντας τους με κολόνια από την μερρέχα και καλώντας τους στις χαρές των παιδιών τους. Σε διάφορες περιοχές του νησιού, στους πολύ στενούς συγγενείς ή σε σημαίνοντα πρόσωπα της κοινότητας μαζί με το κερί έδιναν και "γλυσταρκά ή γυρισταρκά" ως ένδειξη εξαιρετικής τιμής, πρόσθετου δηλ. σεβασμού.
"Η ώρα η καλή" ήταν η απάντηση όσων αποδέχονταν την πρόσκληση.
Σε πλούσιες αγροτικές περιοχές καθώς και στις πόλεις, η ευθύνη για την προίκα, το σπίτι και τα έπιπλα, βάραιναν αποκλειστικά τους γονείς της νύμφης. Αντίθετα, στις πιο φτωχικές κοινότητες και χωριά μοιράζονταν τα οικονομικά βάρη. Σε κάποιες κοινότητες μάλιστα (Λύση επαρχία Αμμοχώστου, Άγιος Αμβρόσιος επαρχία Κερύνειας, χερσόνησος Καρπασίας) θεωρείτο αδιανόητο για τον νέο να ζητήσει γυναίκα για παντρειά, εάν δεν είχε ήδη κτίσει το σπίτι του...).
Το Σάββατο- την προηγούμενη μέρα του γάμου που γινόταν πάντα τις Κυριακές- κατέφθαναν οι μουσικοί. Αν αυτοί ήταν ξενοχωρίτες, η άφιξη τους αποτελούσε για τους ταπεινούς χωρικούς πρώτη είδηση. Στην είσοδο του χωριού τους υποδέχονταν με ενθουσιασμό συγγενείς, πολλά παιδιά και αργόσχολοι, και όλοι μαζί εν πομπή κατευθύνονταν στο πατρικό σπίτι της νύμφης.
Εκεί ακολουθούσε το ράψιμο η γέμωσμα του κρεβατιού και η επίδειξη των προικιών. Η όλη διαδικασία ήταν σωστή ιεροτελεστία. Και έτσι άξιζε να γίνει στο κρεβάτι που θα κοιμόντουσαν για πρώτη φορά μαζί η νύμφη κι' ο γαμπρός.
Επτά - σε ορισμένες περιοχές- τέσσερις μονοστέφανες γυναίκες έραβαν το νυμφικό κρεβάτι προσθέτοντας στις γωνιές του τέσσερις σταυρούς με κόκκινη κορδέλα. Όταν τελείωναν το ράψιμο, κυλούσαν στο κρεβάτι ένα μικρό παιδάκι, συνήθως αγόρι, για να είναι το αντρόγυνο καρπερό αλλά και το πρώτο τους παιδί να είναι αρσενικό. Στη συνέχεια οι κουμέρες (κουμπάρες) και οι παριστάμενοι κουμπάροι (συγγενείς της νύμφης) έπαιρναν το κρεβάτι στους ώμους τους και με την συνοδεία μουσικής χόρευαν.
Επί Τουρκοκρατίας (μέχρι και το 1878) η ετοιμασία της νύμφης γινόταν "κεκλεισμένων των θυρών" σε κάποιο εσωτερικό δωμάτιο, από την "μαστόρισσα" γυναίκα κάποιας ηλικίας που είχε ας πούμε ειδικότητα σ' αυτό τον τομέα.
Ακολουθούσε η συμβολική τελετή της "παράδοσης" της νύμφης. Οι γονείς της, με πρώτη τη μάνα της την έζωναν με ένα κόκκινο μαντήλι στην μέση, της κρεμούσαν διάφορα τιμαλφή στο λαιμό, την ασπάζονταν σταυρωτά και της έδιναν την ευχή τους, ενώ οι μουσικοί τραγουδούσαν:
"... Φωνάξετε την μάνα της
νάρτει να την ι- ζώσει
τζαι να της δώσει την ευτζιήν
τζαι να την παραδώσει..."
Στην συνέχεια φίλοι και συγγενείς της νύμφης εν πομπή, κουβαλούσαν με άμαξα τα προιτζιά και τα έπιπλα της νύμφης από το πατρικό της, στο καινούργιο της σπίτι όπου θα έμενε με τον σύζυγο της μετά τον γάμο.
Και ενώ γινόντουσαν όλα αυτά στο πατρικό σπίτι της νύμφης, ο γαμπρός με τους φίλους του, πήγαιναν για... πουρνάρια σε κάποιο κοντινό δάσος ή στο βουνό και μάζευαν ξύλα για τον φούρνο και μαζιά ή θρουμπιά (πουρνάρια) για προσάναμμα, αλλά και για να χρησιμοποιηθούν ως καθίσματα για τους καλεσμένους (Λύση - Αμμοχώστου). Παράλληλα τακτοποιούσαν τις τελευταίες λεπτομέρειες με τις προμήθειες των φαγητών για το γαμήλιο τραπέζι.
Το έθιμο του "ξεπεζέματος"
Στα πιο παλιά χρόνια απέφευγαν κατά κανόνα να παντρεύονται με "ξένους" από άλλα δηλαδή χωριά. Προτιμούσαν τους συγχωριανούς που γνώριζαν "από που κρατά η σκούφια τους". Στην περίπτωση όμως που ο γαμπρός ήταν ξενοχωρίτης (από άλλη κοινότητα) και ερχόταν στο χωριό της νύμφης με την συνοδεία του καβάλα σε ζώο (άλογο, γαϊδουράκι ή ημίονο) τότε στην είσοδο του χωριού τον υποδέχονταν οι συγχωριανοί της νύμφης και του ζητούσαν επιτακτικά να κατέβει από το ζώο για να εισέλθει στο χωριό τους πεζός.
Αυτή η λεπτομέρεια εθεωρείτο σημαντική και είχε συμβολικό χαρακτήρα. Αφού έτσι πίστευαν πως ο νεοφερμένος υποτασσόταν στους τοπικούς - εσωτερικούς- κανόνες της κοινότητας. Εάν ο γαμπρός αρνιόταν να το πράξει, σε κάποιες απ' αυτές τις περιπτώσεις ακολουθούσε συμπλοκή ανάμεσα στις δυο ομάδες, πολλές φορές αιματηρή με θύματα εκατέρωθεν που είχε ως αποτέλεσμα την αναβολή ή ακόμα και την ματαίωση του γάμου.
* Σε εφημερίδες της δεκαετίας του 1910 και '20 αναφέρονται περιστατικά από συμπλοκές με αρκετούς τραυματίες αλλά και συλλήψεις από την αστυνομία. Αυτή η συμπεριφορά γνώρισε έξαρση (ιδιαίτερα στα χωριά της επαρχίας Λεμεσού και στον Μεσσαρίτικο κάμπο) μετά τον τερματισμό της Τουρκοκρατίας στο νησί και όπως πιστεύετε ήταν μια μορφή αντίδρασης που προκλήθηκε από τα ακραία καταπιεστικά μέτρα των κατακτητών και το γεγονός ότι απαγορευόταν στους Χριστιανούς να κυκλοφορούν έφιπποι, προνόμιο μόνο για τους "αφέντες". Αργότερα επί Αγγλοκρατίας αυτό το έθιμο καταργήθηκε δια νόμου, αφού θεωρήθηκε βάρβαρο.