ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΓΑΜΟΣ Νο4
Ο γάμος
Μετά τις προετοιμασίες του Σαββάτου - την επομένη - ακολουθούσε το μέγα μυστήριο του γάμου. Η μέρα ξεκινούσε με το στόλισμα της νύμφης, το ξύρισμα και ντύσιμο του γαμπρού, πάντα με την συνοδεία μουσικής - βιολί και λαγούτο. Στην συνέχεια, οι μελλόνυμφοι σε δυο χωριστές πομπές, από τα πατρικά τους σπίτια ξεκινούσαν για την εκκλησία με την συνοδεία των γονιών, συγγενών και φίλων.
Η νύμφη προτού φύγει από το πατρικό της σπίτι για την εκκλησία, έπαιρνε μαζί της λίγο προζύμι που της έδινε η μητέρα της, για να το μεταφέρει μετά τον γάμο στο καινούργιο της σπιτικό. Μ' αυτό το τρόπο πίστευαν ότι θα εξασφαλιζόταν η ευλογία και η ευτυχία για τους νεόνυμφους.
Το μυστήριο του γάμου στην εκκλησία γινόταν ακριβώς με το ίδιο τελετουργικό που γίνονται μέχρι και σήμερα οι εκκλησιαστικοί γάμοι, συν κάποιες μικρές λεπτομέρειες που προσέδιδαν ίσως περισσότερη γραφικότητα και χρώμα στο μυστήριο. Όπως για παράδειγμα τα κτυπήματα στη πλάτη του πρώτου κουμπάρου κατά το ...Ησαΐα χόρευε καθώς και η προσθήκη νομισμάτων στο ρύζι που έριχναν στους νεόνυμφους γεγονός που δημιουργούσε πανδαιμόνιο μέσα στο ναό από τα πιτσιρίκια που τσακώνονταν ποιο θα πάρει τα περισσότερα...
Μετά το μυστήριο, αντρόγυνο πια, με τον ιερέα του χωριού επικεφαλή, κινούσαν όλοι μαζί για το σπιτικό που θα στέγαζε τους νεόνυμφους στην νέα τους κοινή ζωή. Στην επιστροφή τους από την εκκλησία δεν έπρεπε να ακολουθήσουν την ίδια πορεία που είχαν πάρει όταν πήγαιναν, γιατί υπήρχε η προκατάληψη ότι ο γάμος τους δεν θα ήταν επιτυχημένος....Πίστευαν επίσης ότι δεν θα ζούσαν ευτυχισμένοι αν κάποιος κακοήθης τύχαινε και τους έριχνε στα πόδια σπόρους από κόλιαντρο, αντί τα καθιερωμένα, ρύζι, σιτάρι και βαμβακόσπορο που έφερναν την ευτυχία.
Στο κατώφλι του σπιτιού ο γαμπρός έσπαγε, ρίχνοντας στον τοίχο, ένα ρόδι. Η ενέργεια αυτή είχε συμβολικό χαρακτήρα. Πίστευαν πως έτσι εξασφάλιζαν την ευλογία, την γονιμότητα και την αφθονία αγαθών.
Σε αρκετές κοινότητες αντί για ρόδι ή παράλληλα με αυτό ο γαμπρός έσφαζε ένα κόκορα. Αυτή η ενέργεια εκτός από τον συμβολισμό της, ήταν παράλληλα κι ένα μήνυμα ότι αυτός ήταν πια το αφεντικό και ότι σκόπευε να "κυβερνήσει" το σπιτικό του με σιδηράν πυγμή. Αργότερα κι αυτό το πανάρχαιο έθιμο καταργήθηκε ως βάρβαρο.
" Η οκκά του τζιυρού σου...".
Το βράδυ της Κυριακής του γάμου, όταν οι συγγενείς, φίλοι και συνδαιτυμόνες αποχωρούσαν από το γαμήλιο γλέντι και ερχόταν η ώρα που το αντρόγυνο θα αποσυρόταν στο δωμάτιο του, τότε "εισέβαλαν" ακάλεστοι νεαροί από το χωριό και ζητούσαν σχεδόν επιτακτικά από τον γαμπρό την... οκκάν του τζιυρού του, αναλώσιμα δηλ. αγαθά -ψωμί, κρέας και κρασί- από το μάλιν (την περιουσία) του πατέρα του γαμπρού που είχε κληρονομήσει.
Το έθιμο αυτό τα πιο παλιά χρόνια ήταν σχεδόν καθολικό - κανείς όμως απ' όσους ρωτήσαμε δεν θυμόταν ή γνώριζε πως και γιατί καθιερώθηκε-. Στην περίπτωση λοιπόν που ο γαμπρός έδινε τα... απαιτούμενα, τότε οι νεαροί τα έπαιρναν και αφού τον ευχαριστούσαν, πήγαιναν κάπου αλλού και συνέχιζαν την διασκέδαση. Αν όμως ο γαμπρός από τσιγγουνιά ή άλλους λόγους αρνιόταν να τα δώσει, τότε κάποιος από την παρέα έφερνε κρασί και μεζεδάκια και έστρωναν διασκέδαση στην αυλή του σπιτιού των νεόνυμφων παρενοχλώντας τους και ταυτόχρονα τιμωρώντας την φιλαργυρία τους.
Το παράξενο αυτό έθιμο ήταν τόσο σεβαστό και καθολικά αποδεκτό, που παρ' ότι η οχληρία που προκαλούσαν οι νεαροί ήταν πολύ μεγάλη, κανείς δεν τολμούσε να τους διώξει από την αυλή των νεόνυμφων.
Το... "ξημέρωμαν" του γαμπρού
Πρωί-πρωί την Δευτέρα του γάμου, οι γονείς των νεόνυμφων πήγαιναν στο σπίτι τους με την συνοδεία του ιερέα της κοινότητας. Ο ιερέας κτυπούσε τρεις φορές το ξωπόρτιν (την εξωτερική πόρτα της αυλής) λέγοντας:
"Άρατε Πύλας οι άρχοντες..." Όταν τους άνοιγαν, τότε και πάλι ο ιερέας, απευθυνόμενος στο γαμπρό, τον ρωτούσε:
"Τι ορίζεις αφέντη γαμπρέ..;" Ο γαμπρός απευθυνόμενος στους γονείς - πατέρα και πεθερό- ζητούσε διάφορα πράγματα. Αν αυτοί συγκατένευαν στα όσα τους ζητούσε, κρατώντας τα "γριτζιέλλια" της πόρτας, του απαντούσαν:
"Δκιούμεν σου τα με την ευτζιή μας γυιέ μου". Και όλοι μαζί εισέρχονταν στο σπίτι.
Το "πουπανωπροίτζιν"
Βεβαίως η ηθική αντίληψη της εποχής και οι αυστηροί άγραφοι νόμοι, ήθελαν την νύμφη παρθένα. Έτσι η πρώτη δουλειά για τις συμπεθέρες - ιδιαίτερα τη μάνα του γαμπρού- μόλις έμπαιναν στο σπίτι ήταν να εξετάσουν ( διακριτικά ) τα νυμφικά σεντόνια για να δουν τα σημάδια.
Αν διαπίστωναν πως δεν υπήρχαν τέτοια γιατί ο γαμπρός λόγω κούρασης προφανώς, η συγκίνησης, δεν ήταν σε θέση την πρώτη νύχτα του γάμου να αντεπεξέλθει στα συζυγικά του καθήκοντα τότε το μαντάτο ταξίδευε από στόμα σε στόμα και το μάθαινε ο κόσμος όλος, ότι "εδύσαν" τον γαμπρό. Αναλάμβανε τότε ο παπάς να διαβάσει ευχολόγιο στον γαμπρό για να λυθούν - όπως πίστευαν - τα μάγια. Η ηρεμία επανερχόταν, όλα γινόταν μέλι - γάλα και βεβαίως το γαμήλιο γλέντι συνεχίζετο.
Αν όμως ο λόγος που δεν φάνηκαν τα σημάδια ήταν γιατί η νύμφη είχε χάσει την παρθενιά της προ πολλού και δεν είχε να δείξει τέτοια, τότε εθεωρείτο μεγάλο ρεζιλίκι και ντροπή.
Σ' αυτή την τραγική για τα αυστηρά ήθη της εποχής περίπτωση, είτε ο γαμπρός το ανεχόταν σιωπηλά αφού βεβαίως έπαιρνε πουπανωπροίτζιν από τους γονείς της νύμφης, συμπλήρωμα δηλαδή της αρχικής προίκας, είτε με κάποιο κόλπο το κάλυπταν.
Σε αντίθετη περίπτωση και επειδή η απώλεια της παρθενιάς προ του γάμου εθεωρείτο εγκληματικό και ασυγχώρητο σφάλμα, ο γάμος έφτανε μέχρι την διάλυση.
Όταν τελικά ξεμπέρδευαν με όλες αυτές τις διαδικασίες, έστρωναν το τραπέζι για το πρωινό. Για τους νεόνυμφους το πρώτο κοινό τους φαγητό, ήταν βραστά "ππαλαζούθκια" μικρά δηλαδή περιστέρια . Η ενέργεια αυτή είχε συμβολικό χαρακτήρα, κι έκρυβε την ενδόμυχη ελπίδα κι ευχή ταυτόχρονα, οι δυο νέοι να ζήσουν ευτυχισμένοι και αγαπημένοι σαν... περιστέρια.
Σε άλλες περιοχές του νησιού ( διαμέρισμα Πιτσιλιάς) πρόσφεραν παράλληλα στους νεόνυμφους, μέλι ανακατεμένο με καρύδια και αμύγδαλα.
Ο αντίγαμος (το γλέντι της Δευτέρας) και... το κανίσσιν
Οι προετοιμασίες για το βραδινό γλέντι άρχιζαν από νωρίς το πρωί. Για τους νεόνυμφους η μέρα ήταν πολύ σημαντική αφού το βράδυ στον "Γάμο της Δευτέρας" όπως τον αποκαλούσαν, θα χόρευαν τον "χορό τ' αντροϋνου" όπου οι γονείς τους, συγγενείς και στενοί φίλοι θα τους πλούμιζαν. Θα τους κρεμούσαν δηλαδή, λεφτά, χρυσαφικά και άλλα τιμαλφή.
Οι προσκεκλημένοι προσέρχονταν στο γλέντι φέρνοντας ο καθ΄ ένας τα φαγητά του, το κανίσσιν όπως το έλεγαν, βοηθώντας έτσι με μ' αυτό τον τρόπο στην διασκέδαση και για να μην επιβαρυνθούν οικονομικά οι νεόνυμφοι.
Η νύμφη αντί του παραδοσιακού λευκού νυμφικού που συμβόλιζε την αγνότητα, φορούσε τώρα το Δευτερκάτικο της φουστάνι, συνήθως σε χρώμα βυσσινή σημάδι, ένδειξη πως είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της κορασίδας και είχε γίνει πια γυναίκα.
Όταν το αντρόγυνο άρχιζε τον χορό, ο πρώτος κουμπάρος έπαιρνε θέση δίπλα από τους βιολάρηδες κρατώντας ένα αναμμένο κερί κι ένα πιάτο καλυμμένο με κόκκινο μαντήλι. Μέσα στο πιάτο έριχναν κέρματα, όσοι ήθελαν να πλουμίσουν την νύμφη και τον γαμπρό. Μετά το χορό ο κουμπάρος έδενε το μαντήλι με τα κέρματα που μαζεύτηκαν και έδινε το κομπόδεμα στην νύμφη. Το δε πιάτο το έσπαγε λέγοντας: "Να μας ι-ζήσει η νύμφη τζ' ο γαμπρός". Αργότερα, με την εμφάνιση των χαρτονομισμάτων, το έθιμο αυτό παραμερίστηκε αφού μπορούσαν πια όσοι ήθελαν να πλουμίσουν, να κρεμάσουν τα λεφτά στα ρούχα των νεόνυμφων.
Πιάτο όμως για πλούμισμα είχαν και οι βιολάρηδες, αφού τα λεφτά που μάζευαν μ' αυτό τον τρόπο ήταν κι η μοναδική τους πληρωμή.
Σε πολλές περιοχές του νησιού, επικρατούσε η συνήθεια του...αντίγαμου, ιδιαίτερα στην περίπτωση που ο γαμπρός ή η νύμφη ήταν ξενοχωρίτες. Έτσι, την αμέσως επόμενη Κυριακή του γάμου πραγματοποιείτο στην άλλη κοινότητα εκ νέου, γαμήλιο γλέντι για τους συγχωριανούς και για όσους τυχόν δεν είχαν την ευκαιρία να παραστούν στο πρώτο γλέντι.
Στο γαμήλιο τραπέζι, δεν συμμετείχαν βεβαίως όλοι, ισομερώς. Οι άντρες κάθονταν γύρω από τις "τάβλες" που ήταν στρωμένες με φαγητά και ποτά και γλεντούσαν, ενώ οι γυναίκες σε μια γωνιά έτρωγαν -συνήθως όρθιες- μόνες τους, έχοντας παράλληλα και την ευθύνη για το σερβίρισμα των αντρών. Η συνήθεια αυτή ήταν καθολική και την συναντούμε σε όλη την Κύπρο μέχρι και την δεκαετία του 1950.
Σε πολλές περιοχές της Κύπρου το γαμήλιο γλέντι συνεχιζόταν και την Τρίτη του γάμου (Κυθρέα, σε αρκετά χωρία της Πάφου κ.α.) με την συμμετοχή των συγγενών κυρίως, των κουμπάρων και πολύ στενών φίλων.
Έτσι, οι συγγένισσες τ΄ αντρογύνου μαζί με τις κουμέρες αλλά και γειτόνισσες μαζεύονταν πρωί- πρωί την Τρίτη, για το κόψιμο του φιδέ και των μακαρουνιών.
Μερικές ζύμωναν στην σκάφη, άλλες με μικρά και μεγάλα πανέρια (τσέστους) έπαιρναν το ζυμάρι και το έκοβαν μακαρόνια τα οποία θα έβραζαν το βράδυ μαζί με τις όρνιθες και θα τα σερβίριζαν σαν κύριο πιάτο στους προσκεκλημένους που ήταν όπως αναφέραμε πιο πάνω, συνήθως στενοί συγγενείς και κουμπάροι. Οι βιολάρηδες έπαιζαν μουσική και τραγουδούσαν. Κάποιοι μερακλωμένοι άρχιζαν τον χορό.
Το πρωί της ίδιας μέρας οι άντρες με μαγκούρες και μπαστούνια γυρνούσαν τις γειτονιές του χωριού και μάζευαν όρνιθες για το βραδινό γλέντι. Τις όρνιθες τις κρεμούσαν σαν τρόπαιο από τα πόδια στην μαγκούρα που ήταν στο ώμο δυο νέων. Σε πολλά σπίτια τους κερνούσαν κανένα ποτήρι κρασί η ζηβανία, μαζί με κάποιο πρόχειρο μεζεδάκι. Για να τους ανταποδώσουν το κεραστικό οι... ορνιθοσυλλέκτες τους έλεγαν κανένα τσιαττιστό η έκαναν δυο-τρία χορευτικά "ππεστρέφκια".
· Στις κοινότητες που δεν επικρατούσε η συνήθεια του γάμου της Τρίτης όλες αυτές οι εργασίες ( κόψιμο του φιδέ, μακαρόνια, μάζεμα των ορνίθων) γίνονταν την Δευτέρα του γάμου ή και ενωρίτερα πχ το Σάββατο και καμιά φορά την Παρασκευή.
· Επίσης, σε πολλά χωριά (Σπήλια, Παραλίμνι, Λύση κ.α.) τα προικιά της νύμφης και το μαλλί για το νυμφικό κρεβάτι συνήθιζαν να τα πλένουν στα ποτάμια η νύμφη με τις στενές της φίλες, μια βδομάδα πριν από τον γάμο. ]
Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε ότι οι συνήθειες ποθ περίγραψα σε γενικές γραμμές ήταν καθολικές και εφαρμόζονταν απ' άκρη σ' άκρη της Κύπρου.
Είχαν και κάποιες - επουσιώδεις διαφορές- όπως για παράδειγμα το ρέσι που έφτιαχναν κυρίως στα χωριά της Πάφου, την Τυλληρία και σε πολλές κοινότητες της επαρχίας Κερύνειας,το γλέντι της Τρίτης του γάμου, ο αντίγαμος κ.α. που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε "τοπικές" συνήθειες, που όμως σε καμιά περίπτωση δεν αλλοιώνουν τον βασικό πυρήνα του χαρακτήρα του Κυπριακού παραδοσιακού γάμου.
Αυτές οι μικρο-διαφορές διαμορφώνονταν ανάλογα με τις χρονικές περιόδους αλλά και τις εκάστοτε συνθήκες που επικρατούσαν στη Κύπρο (κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές κ.α.) και οι οποίες συνθήκες επιδρούσαν σε κάποιο βαθμό σε ορισμένες τοπικές κοινωνίες.