ΤΑ ΚΥΠΡΙΑΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΚΕΝΤΗΜΑΤΑ
Η Κυπριακή παράδοση εκφράζεται μέσα από τιν πλούσια λαική τέχνη του νησιού μας. Τη χαρακτηρίζει η απλότητα, η ομορφιά. Πανάρχαιες τέχνες πέρασαν από τη μια γενιά στην άλλη και συνεχίζονται σήμερα από ικανούς τεχνήτες και τεχνήτριες οι οποίοι κατασκευάζουν έργα τέχνης τόσο διακοσμητικά όσο και λειτουργικά που κοσμούν κάθε σπίτι.
Τα έργα της Κυπριακής Λαικής Τέχνης αποτελούσαν πριν από λίγα χρόνια αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής. Σε αυτά αντικατοπτρίζεται η ιστορία μας, η κοινωνική και καλλιτεχνική ανάπτυξη, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μας. Από το είδος, την τεχνική και τα υλικά κατασκευής τους, εντοπίζει κανείς σημάδια που μας βοηθούν να ανακαλύψουμε την ιστορία και την ταυτότητά μας. Τέτοια αντικείμενα αφορούν τους τομείς της υφαντικής, κεντητικής, αργυροχοίας, δερματοτεχνίας, αγγειοπλαστικής, καλαθοπλεκτικής, ξυλογλυπτικής, λαικής ζωγραφικής κτλ.
Είναι γεγονός ότι η συνεχώς αυξανόμενη παρουσία βιομηχανικών προιόντων είχε ως αποτέλεσμα τον εκτοπισμό των χειροποίητων ειδών από την καθημερινή μας ζωή. Η λαική τέχνη, που εξέφραζε τον πατροπαράδοτο χαρακτήρα της Κύπρου, άρχισε σταδιακά να παραμερίζεται και να χάνεται.
Η συλλογή και δαφύλαξη, πάνω σε συστηματική βάση, όσο είναι δυνατό, περσσότερων αντικειμένων του πολιτισμού της Κύπρου έγινε επιτακτική ανάγκη, ιδιαίτερα μετά την τουρκική εισβολή του 1974, την κατάληψη και την παράνομη διοχέτευση στο εξωτερικό έργων τέχνης του λαού μας. Όλοι μας πρέπει να συμβάλουμε στη μελέτη, διατήρηση και εξέλιξη της λαικής τέχνης. Ακόμα χρειάζεται να μεταδώσουμε την παράδοση μας από γενιά σε γενιά και να συμβάλουμε στη συνέχιση της.
Ενας τομέας της Κυπριακής Λαικής Τέχνης είναι και η κεντητική. Στον τόπο μας η κεντητική αναπτύχθηκε σε μεγάλο βαθμό πάνω σε εμπορική βάση. Στίς μέρες μας όμως το κέντημα έχει αποκτήσει κυρίως διακοσμητικό χαρακτήρα και δεν θεωρείται είδος απαραίτητο στην καθημερινή μας ζωή.
Παλιά στην Κύπρο, κάθε κορίτσι άρχιζε από μικρή ηλικία να ετοιμάζει τα προικιά του, στα οποία έδινε ιδιαίτερη σημασία. Η τέχνη του κεντήματος έχει πολύ παλιά παράδοση. Αναμφίβολα τα Βυζαντινά και τα Ενετικά κεντήματα επηρέασαν την τοπική κεντητική. Η Κύπρια όμως κεντήτρια αφομοίωσε τα παλαιότερα και δημιούργησε καινούρια σχέδια, προσαρμοσμένα στη δική της πλούσια φαντασία και παράδοση. Η πλούσια παράδοση και τα έθιμα διατηρούνται αναλλοίωτα και η παραδοσιακή κεντητική αντιπροσωπεύει το ταλέντο των ντόπιων, τη γνώση που μας υπενθυμίζει ότι πρέπει να εκτιμάται η ιστορία, το περιβάλλον μας και ο κόσμος που ζούμε. Τέτοια δείγματα είναι τα Παφίτικα κεντήματα, τα Καρπασίτικα, τα κεντήματα Σολιάς και Μαραθάσας κ.ά.
Και ας μη ξεχνάμε το λευκαρίτικο, είναι ότι καλύτερο έχει να επιδείξει η κεντητική τέχνη και η λαϊκή παράδοση στην Κύπρο. Τα Λεύκαρα εδώ και ένα αιώνα, έγιναν παγκόσμια γνωστά ως η πατρίδα του κεντήματος. Μάλιστα οι ιδιαιτερότητες και η τεχνική των κεντημάτων που κατασκευάζονται στα Λεύκαρα, συνέτειναν στη διαμόρφωση ενός κεντήματος με ξεχωριστό στυλ που έχει πια καθιερωθεί και αποκαλείται «Λευκαρίτικο Κέντημα», ή απλά «Λευκαρίτικο».
Από τα Λεύκαρα, το μικρό χωριό της επαρχίας Λάρνακας , απ' όπου πήρε το όνομα του το λευκαρίτικο κέντημα, γίνεται γνωστό σε πολλές χώρες. Σύμφωνα με την παράδοση , επισκέφτηκε την Κύπρο ο περίφημος ζωγράφος της Αναγέννησης Leonardo Da Vinci και φεύγοντας πήρε μαζί του κέντημα , που το δώρισε για την τράπεζα του Καθεδρικού ναού « Duomo » του Μιλάνου.
Η παράδοση αυτή κρατήθηκε μέχρι σήμερα και ξαναζωντάνεψε στις 19 Οκτωβρίου του 1986. Τη μέρα αυτή της καθαγίασης του κυρίως βωμού του Καθεδρικού Ναού « Duomo » του Μιλάνου, η κοινότητα των Λευκάρων , δώρισε κεντημένο τραπεζομάντηλο, που κατασκευάστηκε στα Λεύκαρα, σ' ανάμνηση και συνέχιση της παράδοσης αυτής. Μ' αυτό το γεγονός η παράδοση δένεται με την πραγματικότητα.
Στα τέλη του περασμένου αιώνα, οι κάτοικοι των Λευκάρων επισκέπτονται τις πόλεις των γειτονικών χωρών, όπου υπήρχε το ελληνικό στοιχείο την Αλεξάνδρεια , το Κάιρο , τη Σμύρνη , την Κωνσταντινούπολη και κάνουν γνωστά τα λευκαρίτικα κεντήματα. Από την Ελλάδα περνούν σ' ολόκληρη την Ευρώπη, τις Σκανδιναβικές χώρες και την Αμερική. Οι Λευκαρίτες έμποροι κεντητάρηδες ταξίδευαν ή έμεναν στην Ευρώπη και γύριζαν από σπίτι σε σπίτι, πουλώντας και κάνοντας γνωστά τα κεντήματα τους, ενώ οι Λευκαρίτισσες κεντήτριες , πλουμάρισσες , έμεναν στο χωριό οργανώνοντας την παραγωγή.
Με τον τρόπο αυτό η φήμη τους, γίνεται ξακουστή και το λευκαρίτικο , φτάνει στις αρχές του αιώνα από το 1900 μέχρι το 1930, στους πιο τέλειους συνδυασμούς τεχνικής και αποτελέσματος.